Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2014

Ευρωζώνη, η μη αναστρέψιμη



Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου από εδώ


Η λιτότητα δεν είναι ούτε παρένθεση, ούτε παρέκκλιση στην Ε.Ε. Είναι καταγραμμένη στον γενετικό της κώδικα. Όποιος επαγγέλλεται την απάλειψή της, λογικά, προαναγγέλλει την κατεδάφιση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και την ανοικοδόμησή του απ’ το μηδέν
Πη­γαί­νο­ντας πίσω, στο μα­κρι­νό, ιδρυ­τι­κό πα­ρελ­θόν της Ε.Ε. και της Ευ­ρω­ζώ­νης, δια­πι­στώ­νει κα­νείς ότι για πολ­λές δε­κα­ε­τί­ες το ευ­ρω­παϊ­κό οι­κο­δό­μη­μα ισορ­ρο­πού­σε σε μια πε­ρί­ερ­γη συν­θή­κη. Ήταν ένα μίγμα ρύθ­μι­σης και ταυ­τό­χρο­να απο­ρύθ­μι­σης του κε­φα­λαί­ου και των αγο­ρών. Απη­χού­σε αυτό που απο­κα­λεί­ται «κοι­νω­νι­κή οι­κο­νο­μία της αγο­ράς». Ο γερ­μα­νι­κής έμπνευ­σης όρος ηχεί ως οξύ­μω­ρο και, ενώ για την ίδια τη (Δυ­τι­κή) Γερ­μα­νία απο­τέ­λε­σε τη βάση της με­τα­πο­λε­μι­κής ανα­συ­γκρό­τη­σής της, για την υπό­λοι­πη Ευ­ρώ­πη και το εγ­χεί­ρη­μα της ευ­ρω­παϊ­κής ενο­ποί­η­σης ήταν ένα μο­ντέ­λο δη­μιουρ­γι­κής προ­σαρ­μο­γής στα ευ­ρω­παϊ­κά δε­δο­μέ­να αυτού που απο­τέ­λε­σε η με­τα­πο­λε­μι­κή «κεϊν­σια­νή πα­ρέν­θε­ση» για όλο τον κα­πι­τα­λι­στι­κό κόσμο.
Αυτή η ισορ­ρο­πία ρύθ­μι­σης - απο­ρύθ­μι­σης υπήρ­ξε για πολλά χρό­νια λει­τουρ­γι­κή και σχε­τι­κά αδια­τά­ρα­κτη από τις κρί­σεις που συχνά πυκνά «επι­σκέ­πτο­νταν» το πα­γκό­σμιο οι­κο­νο­μι­κό σύ­στη­μα. Η ΕΟΚ και με­τέ­πει­τα Ε.Ε. βά­δι­ζε υγιαί­νου­σα, «βομ­βαρ­δί­ζο­ντας» τα νέα μέλη τα οποία δε­χό­ταν κατά κύ­μα­τα διεύ­ρυν­σης με αντι­φα­τι­κά νο­μο­θε­τή­μα­τα και θε­σμούς, άλλα στην πλευ­ρά της ρύθ­μι­σης και άλλα στην πλευ­ρά της απο­ρύθ­μι­σης. Έτσι, πα­ρό­τι η πρω­ταρ­χι­κή υπο­χρέ­ω­ση κάθε κρά­τους ήταν να απο­σύ­ρει κάθε ίχνος προ­στα­τευ­τι­σμού της αγο­ράς του και της εγ­χώ­ριας πα­ρα­γω­γής ένα­ντι των άλλων κρα­τών της Ε.Ε., ταυ­τό­χρο­να η ευ­ρω­παϊ­κή αγορά τού προ­σέ­φε­ρε ένα δίχτυ προ­στα­τευ­τι­σμού ένα­ντι της υπό­λοι­πης πα­γκό­σμιας κα­πι­τα­λι­στι­κής αγο­ράς. Συν τοις άλ­λοις, το ευ­ρω­παϊ­κό διευ­θυ­ντή­ριο ήταν εξαι­ρε­τι­κά φορ­τι­κό στην επι­βο­λή ποι­κί­λων ρυθ­μι­στι­κών κα­νό­νων που εξυ­πη­ρε­τού­σαν τις ανά­γκες της εναρ­μό­νι­σης νο­μι­κών, διοι­κη­τι­κών, λο­γι­στι­κών συ­στη­μά­των τόσο άνι­σων και ανό­μοιων κρα­τών, οι­κο­νο­μιών και κοι­νω­νιών. Για με­ρι­κά χρό­νια αυτή η τάση θε­σμι­κής υπερ­ρύθ­μι­σης ίσως είχε και ευ­ερ­γε­τι­κή επί­δρα­ση σε χώρες με πρό­σφα­το πο­λι­τι­κά «ανώ­μα­λο» πα­ρελ­θόν όπως η Ελ­λά­δα, η Ισπα­νία και η Πορ­το­γα­λία. Επι­πλέ­ον, οι χώρες του ευ­ρω­παϊ­κού πυ­ρή­να είχαν την πρό­νοια να εξα­γο­ρά­ζουν με διό­λου ευ­κα­τα­φρό­νη­τους πό­ρους και ανα­δια­νε­μη­τι­κούς μη­χα­νι­σμούς (πα­κέ­τα Ντε­λόρ κ.λπ.) την προ­νο­μια­κή τους πρό­σβα­ση στη διαρ­κώς διευ­ρυ­νό­με­νη ευ­ρω­παϊ­κή εν­δο­χώ­ρα.
Το ση­μείο κα­μπής
Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση και μέχρι το 1992 όλες οι χώ­ρες-μέ­λη της ΕΟΚ-Ε.Ε. (για την ακρί­βεια: οι πο­λι­τι­κές και οι­κο­νο­μι­κές ελίτ τους) βο­λεύ­ο­νταν σ’ αυτή τη «χρυσή ισορ­ρο­πία» με­τα­ξύ ρύθ­μι­σης και απο­ρύθ­μι­σης. Κι αυτό γιατί δεν θι­γό­ταν ο πυ­ρή­νας της κρα­τι­κής κυ­ριαρ­χί­ας τους, η οι­κο­νο­μι­κή και η νο­μι­σμα­τι­κή πο­λι­τι­κή. Κάθε χώρα είχε την ευ­χέ­ρεια να «διορ­θώ­νει» τα δυ­σμε­νή απο­τε­λέ­σμα­τα της έκ­θε­σής της στον εν­δο­κοι­νο­τι­κό αντα­γω­νι­σμό με δια­κρι­τι­κές, μη αντα­γω­νι­στι­κές υπο­τι­μή­σεις του νο­μί­σμα­τός της και με μια «εθνι­κή» δια­χεί­ρι­ση της κρα­τι­κής οι­κο­νο­μί­ας, των τιμών και των μι­σθών. Το ση­μείο κα­μπής είναι το Μά­α­στρι­χτ το 1992 και η Συν­θή­κη που φέρ­νει στο επί­κε­ντρο το στόχο της οι­κο­νο­μι­κής και νο­μι­σμα­τι­κής ολο­κλή­ρω­σης. Είναι το πρώτο βήμα πραγ­μα­τι­κής εκ­χώ­ρη­σης κρα­τι­κής κυ­ριαρ­χί­ας στο «νο­μι­κό πρό­σω­πο» Ε.Ε. και με­τέ­πει­τα ΟΝΕ (Ευ­ρω­ζώ­νη), πα­ρό­τι πέ­ρα­σε από σα­ρά­ντα κύ­μα­τα και πι­θα­νό­τα­τα θα πε­ρά­σει από άλλα τόσα. Διό­λου τυ­χαία, αυτή η καμπή συ­μπί­πτει χρο­νι­κά με την κα­τάρ­ρευ­ση του «σο­σια­λι­στι­κού» μπλοκ, την ενο­ποί­η­ση των δύο Γερ­μα­νιών και την ανά­δει­ξη των ηγε­μο­νι­κών και οι­κου­με­νι­κών βλέ­ψε­ων της γερ­μα­νι­κής ελίτ.
Στην ει­κο­σα­ε­τία και πλέον που με­σο­λά­βη­σε από τη Συν­θή­κη του Μά­α­στρι­χτ, άλλες τρεις συν­θή­κες και ένα ατυ­χή­σαν ευ­ρω­σύ­νταγ­μα ήρθαν να επι­κυ­ρώ­σουν τη θε­α­μα­τι­κή θε­σμι­κή με­τάλ­λα­ξη που συ­ντε­λέ­στη­κε στην Ε.Ε., όχι βάσει ενός ακρι­βούς και αδια­πραγ­μά­τευ­του ευ­ρω­παϊ­κού σχε­δί­ου, αλλά πά­ντως βάσει αδια­πραγ­μά­τευ­των, ηγε­μο­νι­κών, εθνι­κών σχε­δί­ων. Ιδιαί­τε­ρα του γερ­μα­νι­κού. Η κυ­ριό­τε­ρη, όμως, με­τάλ­λα­ξη δεν είναι απλώς θε­σμι­κή, αλλά εντε­λώς απτή, υλική και με­τρή­σι­μη. Η δη­μιουρ­γία της ΟΝΕ, η φυ­σι­κή κυ­κλο­φο­ρία του ευρώ πα­γί­ω­σε με­τα­ξύ των χωρών της νο­μι­σμα­τι­κής ένω­σης τις σχέ­σεις θη­ριώ­δους ανι­σό­τη­τας με­τα­ξύ σκλη­ρού ευ­ρω­παϊ­κού πυ­ρή­να και πε­ρι­φέ­ρειας. Η «ανε­ξάρ­τη­τη» ΕΚΤ είναι ο θε­μα­το­φύ­λα­κας του κα­τα­με­ρι­σμού ισχύ­ος ανά­με­σα σε πλε­ο­να­σμα­τι­κές και ελ­λειμ­μα­τι­κές χώρες, ενώ το θε­σμι­κό συ­νον­θύ­λευ­μα που προ­έ­κυ­ψε μετά το ξέ­σπα­σμα της χρη­μα­το­πι­στω­τι­κής κρί­σης και της κρί­σης χρέ­ους, έχει στεί­λει στη χω­μα­τε­ρή της ιστο­ρί­ας ακόμη και την απλή ρη­το­ρι­κή της οι­κο­νο­μι­κής και κοι­νω­νι­κής σύ­γκλι­σης. Η «σύ­γκλι­ση», αν υπο­θέ­σου­με ότι δια­τη­ρεί­ται ως στό­χος, είναι πλέον «εθνι­κή» υπό­θε­ση κάθε χώρας που οφεί­λει να υπο­βά­λει τους πο­λί­τες της σε αιώ­νια μαρ­τύ­ρια «εσω­τε­ρι­κής υπο­τί­μη­σης» για την κα­τά­κτη­ση μιας θέσης στον ήλιο της «αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τας».
Σε­νά­ριο ανα­στρο­φής;
Σε τι μας ωφε­λεί αυτή η μικρή «ανα­σκό­πη­ση» της ευ­ρω­παϊ­κής «κο­σμο­γο­νί­ας» που προη­γή­θη­κε; Προ­σω­πι­κώς μου χρειά­ζε­ται για να θέσω το ερώ­τη­μα που θεωρώ καί­ριο για την Αρι­στε­ρά και ιδιαί­τε­ρα για το τμήμα της που, ενώ «φλερ­τά­ρει» με την προ­ο­πτι­κή της δια­κυ­βέρ­νη­σης, φι­λο­δο­ξεί να δια­χει­ρι­στεί τη χει­ρό­τε­ρη με­τα­πο­λε­μι­κή κρίση της χώρας αντι­με­τω­πί­ζο­ντας σαν ψευ­το­δί­λημ­μα το «ευρώ ή δραχ­μή», «μέσα ή έξω από την Ε.Ε.». Και το ερώ­τη­μά μου είναι το εξής: Θε­ω­ρεί κα­νείς ανα­στρέ­ψι­μη την κα­τά­στα­ση στην Ευ­ρω­ζώ­νη και την Ε.Ε.; Ποιες ακρι­βώς αλ­λα­γές στις συν­θή­κες και στους θε­σμούς που κα­το­χυ­ρώ­νουν τις σχέ­σεις κυ­ριαρ­χί­ας, την ηγε­μο­νία του ευ­ρω-διευ­θυ­ντη­ρί­ου, την αυ­ταρ­χι­κή «ανε­ξαρ­τη­σία» της ΕΚΤ, την εξου­θε­νω­τι­κή δη­μο­σιο­νο­μι­κή επι­τή­ρη­ση, τη συρ­ρί­κνω­ση της κρα­τι­κής κυ­ριαρ­χί­ας και την ίδια τη λι­τό­τη­τα ως όρο ύπαρ­ξης κρα­τών και κοι­νω­νιών θα ει­ση­γη­θεί μια «κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς» στους 27 εταί­ρους της στην Ε.Ε. και τους 17 στην ΟΝΕ την επαύ­ριο της εγκα­τά­στα­σής της στο Μέ­γα­ρο Μα­ξί­μου; Και πώς θα τις επι­τύ­χει; Με ομο­φω­νία ή με ει­δι­κές πλειο­ψη­φί­ες; Από ποια συν­θή­κη θα ξε­κι­νή­σει το «ξή­λω­μα»; Ποιων κοι­νο­τι­κών κα­νο­νι­σμών θα ζη­τή­σει την κα­τάρ­γη­ση ή ρι­ζι­κή τρο­πο­ποί­η­ση; Ποια τύχη επι­φυ­λάσ­σει για το Δη­μο­σιο­νο­μι­κό Σύμ­φω­νο ή το Σύμ­φω­νο για το «Ευρώ+»;
Τα ερω­τή­μα­τα δεν είναι ρη­το­ρι­κά. Αν υπο­θέ­σου­με ότι η απαρ­χή μιας κυ­βέρ­νη­σης της Αρι­στε­ράς, αλλά και μιας οποιασ­δή­πο­τε «αντι­μνη­μο­νια­κής» κυ­βέρ­νη­σης είναι η κα­τάρ­γη­ση του μνη­μο­νί­ου ή, έστω, η ανα­στο­λή εφαρ­μο­γής του με στόχο την ανα­δια­πραγ­μά­τευ­σή του από μη­δε­νι­κή βάση, θα πρέ­πει να δια­θέ­τει και μια στέ­ρεη «αφή­γη­ση» για το ποια θα είναι η ακο­λου­θία γε­γο­νό­των και αντι­δρά­σε­ων στην πλευ­ρά των εταί­ρων, που την επο­μέ­νη μιας πο­λι­τι­κής ανα­τρο­πής στην Ελ­λά­δα θα εξα­κο­λου­θούν να κυ­βερ­νώ­νται από χρι­στια­νο­δη­μο­κρά­τες, σο­σιαλ­δη­μο­κρά­τες και φί­λιες δυ­νά­μεις, του­λά­χι­στον στις πε­ρισ­σό­τε­ρες χώρες. Διότι, είναι μάλ­λον απί­θα­νο ένας πο­λι­τι­κός σει­σμός στην Ελ­λά­δα να πα­ρα­γά­γει ισόρ­ρο­πα και ταυ­τό­χρο­να πο­λι­τι­κά απο­τε­λέ­σμα­τα σε όλη την ευ­ρω­παϊ­κή εν­δο­χώ­ρα. Και το πράγ­μα πε­ρι­πλέ­κε­ται από το γε­γο­νός ότι οι εταί­ροι είναι και δα­νει­στές. Κι επο­μέ­νως, οι πο­λι­τι­κές και οι­κο­νο­μι­κές ελίτ σε κάθε χώρα έχουν κάθε λόγο να που­λή­σουν οι­κο­νο­μι­κό πα­τριω­τι­σμό και εθνι­κι­σμό στις κοι­νω­νί­ες τους για την τύχη των «δα­νει­κών», του ελ­λη­νι­κού χρέ­ους. Αυτό το βα­σι­κό σε­νά­ριο για την ακο­λου­θία γε­γο­νό­των και αντι­δρά­σε­ων δεν το έχω ακού­σει ούτε το έχω δια­βά­σει μέχρι σή­με­ρα. Μα­κά­ρι απλώς να είμαι εγώ ο «αδιά­βα­στος»...
Η δική μου απά­ντη­ση στο ερώ­τη­μα, πά­ντως, είναι ότι ο στρα­τη­γι­κός πυ­ρή­νας κυ­ρί­ως της Ευ­ρω­ζώ­νης και σε με­γά­λο βαθμό της Ε.Ε. είναι μη ανα­στρέ­ψι­μος, του­λά­χι­στον σε ένα χρο­νι­κό ορί­ζο­ντα ορατό και κρί­σι­μο για την επι­βί­ω­ση της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας και την ανα­συ­γκρό­τη­ση της οι­κο­νο­μί­ας της. Η «δη­μο­κρα­τία» της αέ­ναης δια­πραγ­μά­τευ­σης των συν­θη­κών και των κα­νό­νων σε Ε.Ε και Ευ­ρω­ζώ­νη δεν είναι παρά η συ­γκά­λυ­ψη του ανε­λέ­η­του αντα­γω­νι­σμού ανά­με­σα σε «εθνι­κές στρα­τη­γι­κές» ή δια­κρα­τι­κά λόμπι και μά­λι­στα με όρους τε­ρά­στιας ανι­σό­τη­τας. Το γε­γο­νός ότι το «τέμπο» της θε­σμι­κής ολο­κλή­ρω­σης της Ευ­ρώ­πης το ορί­ζει εδώ και εί­κο­σι χρό­νια απο­κλει­στι­κά ο γαλ­λο-γερ­μα­νι­κός άξο­νας, τώρα πια κυ­ρί­ως γερ­μα­νι­κός και ελά­χι­στα «άξο­νας», είναι η επι­κύ­ρω­ση του θριάμ­βου του γερ­μα­νι­κού οι­κο­νο­μι­κού ιμπε­ρια­λι­σμού όχι μόνο στο πεδίο των εμπο­ρι­κών πλε­ο­να­σμά­των, αλλά και σ’ αυτό της θε­σμι­κής επι­κυ­ριαρ­χί­ας και του διοι­κη­τι­κού ελέγ­χου όλου του ευ­ρω­παϊ­κού οι­κο­δο­μή­μα­τος. Αυτό με τη σειρά του ση­μαί­νει ότι οι επι­κυ­ρί­αρ­χοι και οι δο­ρυ­φό­ροι τους δεν έχουν λό­γους να δια­πραγ­μα­τευ­θούν το «ανα­σχε­δια­σμό» της Ε.Ε. και της ΟΝΕ, ιδιαί­τε­ρα τώρα που θε­ω­ρούν (όχι απα­ραί­τη­τα ρε­α­λι­στι­κά) ότι η Ευ­ρω­ζώ­νη έχει επαρ­κώς θω­ρα­κι­στεί απέ­να­ντι στον ελ­λη­νι­κό και άλ­λους πε­ρι­φε­ρεια­κούς κιν­δύ­νους.
Και το πράγ­μα πε­ρι­πλέ­κε­ται ακόμη πε­ρισ­σό­τε­ρο από το γε­γο­νός ότι είναι εξαι­ρε­τι­κά δύ­σκο­λο να δια­μορ­φω­θεί μια ορατή ενό­τη­τα συμ­φε­ρό­ντων ανά­με­σα στις κοι­νω­νί­ες-υπο­ζύ­για του ευ­ρω-Λε­βιά­θαν. Ναι μεν, οι προ­λε­τά­ριοι εξα­κο­λου­θούν να μην έχουν πα­τρί­δα, αλλά η γερ­μα­νι­κή ερ­γα­τι­κή τάξη δεν έχει τους ίδιους λό­γους με την ελ­λη­νι­κή να σκέ­φτε­ται τη χώρα της εκτός ευρώ ή να ορα­μα­τί­ζε­ται μια «επα­νί­δρυ­ση» της Ε.Ε. με τρόπο που να συρ­ρι­κνώ­νει δρα­στι­κά τα γερ­μα­νι­κά προ­νό­μια. Αυτή είναι και μια ερ­μη­νεία του γε­γο­νό­τος ότι η γερ­μα­νι­κή Die Linke, για πα­ρά­δειγ­μα, δια­τυ­πώ­νει συχνά θέ­σεις που «ξε­νί­ζουν» την ελ­λη­νι­κή αρι­στε­ρά και τους Έλ­λη­νες ερ­γα­ζό­με­νους, ενώ αντι­στρό­φως η ακρο­δε­ξιά Λεπέν δεν δυ­σκο­λεύ­ε­ται να ανα­κου­φί­σει το πλη­γω­μέ­νο «αυ­το­κρα­το­ρι­κό» γό­η­τρο των Γάλ­λων, δη­λώ­νο­ντας ότι «η κα­λύ­τε­ρη υπη­ρε­σία που έχει να προ­σφέ­ρει η Ε.Ε. στους λαούς της είναι να δια­λυ­θεί!»
Ε.Ε. χωρίς λι­τό­τη­τα;
Αλλά, ακόμη κι αν οι φι­λο­δο­ξί­ες μιας κυ­βέρ­νη­σης της Αρι­στε­ράς είναι πολύ πιο με­τριο­πα­θείς από το να αλ­λά­ξει το DNA της μη ανα­στρέ­ψι­μης Ευ­ρω­ζώ­νης, αν δη­λα­δή αι­σιο­δο­ξεί ότι μπο­ρεί να γίνει ο κα­τα­λύ­της αλ­λα­γής συ­σχε­τι­σμών που θα επι­τρέ­ψει τον εξο­βε­λι­σμό της λι­τό­τη­τας από την Ε.Ε. και τις χώρες του ευρώ, προ­κύ­πτει το εξής ερώ­τη­μα: είναι η λι­τό­τη­τα μια συ­γκυ­ρια­κή κα­τά­στα­ση, μια δυ­σά­ρε­στη πα­ρέν­θε­ση, ένα εξω­θε­σμι­κό πρα­ξι­κό­πη­μα της νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρης ή μερ­κε­λι­κής φρά­ξιας που πο­δη­γε­τεί την Ευ­ρώ­πη; Μπο­ρού­με να φα­ντα­στού­με ένα Ευ­ρω­παϊ­κό Συμ­βού­λιο του εγγύς μέλ­λο­ντος, που στο τέλος μιας μα­ρα­θώ­νιας και θυ­ελ­λώ­δους συ­νε­δρί­α­σής του, κη­ρύσ­σει πα­νη­γυ­ρι­κά το τέλος της λι­τό­τη­τας; Τί­πο­τε δεν είναι αδύ­να­το, αλλά το να φα­ντά­ζε­ται κα­νείς ότι ένας δια­φο­ρε­τι­κός πο­λι­τι­κός συ­σχε­τι­σμός πα­νευ­ρω­παϊ­κά μπο­ρεί να προ­κα­λέ­σει μια έστω μικρή, αλλά ου­σιώ­δη αλ­λα­γή πο­λι­τι­κών δεί­χνει θε­με­λιώ­δη άγνοια του ευ­ρω­παϊ­κού νο­μο­θε­τι­κού παζλ. Η λι­τό­τη­τα δεν είναι η από­κλι­ση, η εξαί­ρε­ση, αλλά εδώ και μια ει­κο­σα­ε­τία είναι ο απα­ρά­βα­τος κα­νό­νας συμ­βί­ω­σης στην Ε.Ε. Από το Μά­α­στρι­χτ και μετά, οι σι­δε­ρέ­νιοι κα­νό­νες της δη­μο­σιο­νο­μι­κής πει­θαρ­χί­ας -έλ­λειμ­μα 3% και χρέος 60% του ΑΕΠ- είναι το δόγμα γύρω από το οποίο κι­νού­νται όλες οι δια­δο­χι­κές συν­θή­κες: Μά­α­στρι­χτ, Άμ­στερ­νταμ, Νί­καια, Λισ­σα­βώ­να. Κάθε μια πρό­σθε­τε πε­ρισ­σό­τε­ρα σί­δε­ρα στη δη­μο­σιο­νο­μι­κή φυ­λα­κή, και η κρίση της τε­λευ­ταί­ας πε­ντα­ε­τί­ας με επί­κε­ντρο την Ελ­λά­δα με­τέ­τρε­ψε αυτή τη φυ­λα­κή σε κα­νο­νι­κό θά­λα­μο βα­σα­νι­στη­ρί­ων. Από τις συ­στά­σεις πε­ρά­σα­με στην επι­τή­ρη­ση, κι απ’ αυτήν στην άμεση δη­μο­σιο­νο­μι­κή επο­πτεία, με την προ­λη­πτι­κή και την τι­μω­ρη­τι­κή δράση του ευ­ρω­διευ­θυ­ντη­ρί­ου, που φτά­νει στη δυ­να­τό­τη­τα πλή­ρους χρη­μα­το­δο­τι­κού στραγ­γα­λι­σμού μιας χώρας βάσει των προ­βλέ­ψε­ων του Δη­μο­σιο­νο­μι­κού Συμ­φώ­νου και του Συμ­φώ­νου Ευρώ+. Μια απλή ανά­γνω­ση στα κεί­με­να αυτά, όπως και στους κα­νο­νι­σμούς «ενί­σχυ­σης της οι­κο­νο­μι­κής και δη­μο­σιο­νο­μι­κής επο­πτεί­ας» (472/2013) και «βελ­τί­ω­σης της πα­ρα­κο­λού­θη­σης των δη­μο­σιο­νο­μι­κών πο­λι­τι­κών στη ζώνη του ευρώ» (473/2013), κα­τα­δει­κνύ­ει ότι η τρόι­κα και τα μνη­μό­νια σε Ελ­λά­δα, Πορ­το­γα­λία και Ιρ­λαν­δία ήταν το «πεί­ρα­μα», αλλά το με­γά­λο πεδίο εφαρ­μο­γής είναι όλη η Ευ­ρω­ζώ­νη. Με ερ­γα­λεία πάντα τα ελ­λείμ­μα­τα των προ­ϋ­πο­λο­γι­σμών και την εξυ­πη­ρέ­τη­ση του χρέ­ους, κάθε χώρα που απο­κλί­νει μπαί­νει στον στενό κορσέ ενός μνη­μο­νί­ου και επι­τη­ρεί­ται από μια ευ­ρω­παϊ­κή «τρόι­κα», ιδιαί­τε­ρα αν έχει δε­χθεί χρη­μα­το­δο­τι­κή στή­ρι­ξη από τους ευ­ρω­παϊ­κούς μη­χα­νι­σμούς στή­ρι­ξης (EFSF, ESM), το ΔΝΤ, με­μο­νω­μέ­να κράτη της ζώνης, ακόμη και τρί­τες χώρες. Και η επι­τή­ρη­ση δεν έχει ημε­ρο­μη­νία λήξης αφού «τα κράτη μέλη πα­ρα­μέ­νουν υπό επο­πτεία μετά το πρό­γραμ­μα εφό­σον δεν έχει εξο­φλη­θεί του­λά­χι­στον το 75 % της χρη­μα­το­δο­τι­κής συν­δρο­μής» (αρ.14 Κα­νο­νι­σμού 472/2013). Αυτό είναι μια εν­δια­φέ­ρου­σα επι­σή­μαν­ση για όσους ονει­ρεύ­ο­νται ήδη τη με­τά-τρόι­κα εποχή, ή προ­σπα­θούν να φα­ντα­στούν πόσο θα διευ­κο­λυν­θεί η ζωή τους από μια νέα light ανα­διάρ­θρω­ση του χρέ­ους.
Αυτός ο πο­λύ­πλο­κος μη­χα­νι­σμός δη­μο­σιο­νο­μι­κής επι­τή­ρη­σης με άξονα τα ελ­λείμ­μα­τα και το χρέος είναι το θε­μέ­λιο της λι­τό­τη­τας στην Ε.Ε. και, πολύ πιο πιε­στι­κά, στην Ευ­ρω­ζώ­νη. Το δόγμα των ισο­σκε­λι­σμέ­νων προ­ϋ­πο­λο­γι­σμών και του μη­δε­νι­κού ελ­λείμ­μα­τος δεν είναι παρά ένας τε­ρα­τώ­δης μη­χα­νι­σμός ανα­δια­νο­μής του πλού­του και της δη­μό­σιας πε­ριου­σί­ας. Οι προ­ϋ­πο­λο­γι­σμοί οδη­γού­νται σε διαρ­κή συρ­ρί­κνω­ση, οι κρα­τι­κές δα­πά­νες πε­ρι­στέλ­λο­νται πρω­τί­στως στους κοι­νω­νι­κούς το­μείς, δη­μό­σιες επι­χει­ρή­σεις και πε­ριου­σια­κά στοι­χεία ξε­που­λιού­νται, η ιδιω­τι­κο­ποί­η­ση ορί­ζε­ται ως «μη­τέ­ρα των με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων», κοι­νω­νι­κά επι­δό­μα­τα στους φτω­χό­τε­ρους συ­μπιέ­ζο­νται και το κρά­τος, τε­λι­κά, εμ­φα­νί­ζε­ται να πρω­το­στα­τεί στη δια­δι­κα­σία «εσω­τε­ρι­κής υπο­τί­μη­σης» των λαϊ­κών ει­σο­δη­μά­των και πε­ριου­σιών. Κι ένας ακόμη πιο τε­ρα­τώ­δης μη­χα­νι­σμός ανα­δια­νο­μής του κοι­νω­νι­κού πλού­του υπέρ του χρη­μα­το­πι­στω­τι­κού λόμπι, που είναι πια η πάλ­λου­σα καρ­διά της Ευ­ρω­ζώ­νης, είναι το όριο του χρέ­ους, που με­τα­τρέ­πει τα κράτη και τους πο­λί­τες σε τα­μεια­κές μη­χα­νές της διε­θνούς το­κο­γλυ­φί­ας.
Όποιος προ­τί­θε­ται, λοι­πόν, να αφαι­ρέ­σει τη λι­τό­τη­τα από την Ε.Ε. και την Ευ­ρω­ζώ­νη, εφό­σον το εν­νο­εί, προ­α­ναγ­γέλ­λει την κα­τε­δά­φι­ση του ευ­ρω­παϊ­κού οι­κο­δο­μή­μα­τος. Σε μια αντί­στρο­φη πο­ρεία, θα πρέ­πει να χα­ρά­ξει τον οδικό χάρτη κα­τάρ­γη­σης του Δη­μο­σιο­νο­μι­κού Συμ­φώ­νου και του Συμ­φώ­νου για το Ευρώ+, της Συν­θή­κης της Λισ­σα­βω­νας, της Νί­καιας, του Άμ­στερ­νταμ, του Μά­α­στρι­χτ, τη ρι­ζι­κή ανα­δια­τύ­πω­ση ακόμη και της Συν­θή­κης της Ρώμης ή της Ενιαί­ας Ευ­ρω­παϊ­κής Πρά­ξης για τους όρους ολο­κλή­ρω­σης της εσω­τε­ρι­κής αγο­ράς.
Εν­δια­φέ­ρον μεν, ίσως και ευ­κταίο, αλλά είναι και εφι­κτό; Και σε ποιο βάθος χρό­νου, συμ­βα­τό με τον κύκλο ζωής εκα­το­ντά­δων χι­λιά­δων αν­θρώ­πων που κα­τα­στρέ­φο­νται και συν­θλί­βο­νται με­τα­ξύ ανερ­γί­ας, εφο­ρί­ας και πο­λι­τι­κής σύγ­χυ­σης; Αν δεν απα­ντη­θεί πει­στι­κά αυτό, η επαγ­γε­λία του τέ­λους της λι­τό­τη­τας στην ευ­ρω­παϊ­κή Βαβέλ θα μοιά­ζει με την υπό­σχε­ση του Ιησού προς τους Ιου­δαί­ους: «Γκρε­μί­στε αυτόν τον ναό και σε τρεις μέρες θα τον ξα­να­χτί­σω». Φυ­σι­κά ούτε τον πί­στε­ψαν ούτε κα­τά­λα­βαν το υπο­νο­ού­με­νο, και τε­λι­κά τον δί­κα­σαν και τον σταύ­ρω­σαν. Αλλά αυτός του­λά­χι­στον είχε το υπερ­φυ­σι­κό προ­νό­μιο της ανά­στα­σης… 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου